Γράφει ο Κώστας Μερκουράκης
Επιστρέφει από το αρχείο ο φάκελος των υποκλοπών, τον οποίο με επιμέλεια είχε εναποθέσει εκεί η κυβέρνηση της Ν.Δ., με την ανοχή των δικαστικών αρχών. Μένει να δούμε τώρα τι θα πράξει το ΠΑΣΟΚ, το οποίο όσο βρισκόταν στην αντιπολίτευση κατακεραύνωνε την κυβέρνηση. Έχει την πολιτική βούληση να βοηθήσει προς την κατεύθυνση της πλήρους διερεύνησης και διαλεύκανσης της υπόθεσης; Ή μήπως θα πρυτανεύσει η (αμερικανική) λογική;
Όλοι μας γνωρίζουμε πλέον ότι στην περίπτωση της κυβέρνησης Καραμανλή για αυτήν την υπόθεση πρυτάνευσε τελικά η… λογική. Μια λογική η οποία, όμως, δεν βγήκε σε καλό ούτε στη Ν.Δ. ούτε στον Κώστα Καραμανλή…
Μπορεί ο τότε υπουργός Δημόσιας Τάξης Γ. Βουλγαράκης να έδειξε την αμερικανική πρεσβεία ως ηθικό αυτουργό των υποκλοπών που άγγιζαν και τον ίδιο τον πρωθυπουργό, ωστόσο ο Κ. Καραμανλής προτίμησε να κάνει γαργάρα την υπόθεση αφήνοντας τη δικαστική έρευνα να λειτουργήσει με… ελληνικούς ρυθμούς και να μην ολοκληρωθεί ποτέ. Η κυβέρνηση της Ν.Δ. επέλεξε να διακόψει τις συνεδριάσεις της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής – άγνωστο γιατί – χωρίς να έχουν προκύψει ασφαλή συμπεράσματα, όπως επίσης αγνόησε συστηματικά την πλέον αρμόδια για τέτοιου είδους ζητήματα Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου των Επικοινωνιών, ενώ, τέλος, δεν συναίνεσε ποτέ στο αίτημα της αντιπολίτευσης για σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής.
Η πρώτη απόπειρα για να ανοίξει εκ νέου ο φάκελος του σκανδάλου που συγκλόνισε την Ελλάδα, έγινε τον Οκτώβριο του 2010, όταν ο τότε πρόεδρος της ΕΘΔΒ και νυν υπουργός Δικαιοσύνης Μ. Παπαϊωάννου έκανε λόγο για «γκρίζες ζώνες» και για «μυρωδιά συγκάλυψης». Παρ’ όλα αυτά, η δικαστική έρευνα ξεκινά και πάλι με την άσκηση ποινικής δίωξης κατά παντός υπευθύνου, καθώς προέκυψαν νέα σημαντικά στοιχεία μετά την πολύμηνη ενασχόληση με την υπόθεση του εισαγγελέα Εφετών Δ. Δοσούλα, ο οποίος εντόπισε την αγορά ενός ακόμη τηλεφώνου την ίδια μέρα και από το ίδιο κατάστημα που αγοράστηκαν «τηλέφωνα - σκιές».
Μολονότι ο αριθμός δεν επικοινώνησε ποτέ με τα σκιώδη τηλέφωνα, ωστόσο λειτουργούσε με αριθμό της αμερικάνικης πρεσβείας, ενώ υπήρχαν και συνδιαλέξεις με το Μέριλαντ, έδρα της υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ.
Από τη μια η «πολυζήλευτη» παραγραφή αδικημάτων και η απροθυμία της πολιτικής ηγεσίας, από την άλλη η άρνηση της αμερικανικής κυβέρνησης για συνεργασία, ακινητοποίησαν την έρευνα για περισσότερα από πέντε χρόνια. Μια σειρά από αναπάντητα ερωτήματα όμως παρέμειναν στην επιφάνεια:
♦ Γιατί ο τότε πρωθυπουργός, αν και γνώριζε πως παρακολουθείται, δεν μερίμνησε για να μάθει ποιοι και γιατί τον παρακολουθούσαν;
♦ Γιατί δεν έγινε ποτέ διάβημα προς τις ΗΠΑ;
♦ Γιατί δεν ασχολήθηκε κανείς με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Vodafone Γ. Κορωνιά, ο οποίος κατά δήλωσή του «ξήλωσε» το παράνομο λογισμικό και ενημέρωσε μια εβδομάδα μετά την κυβέρνηση, επισκεπτόμενος μάλιστα το Μέγαρο Μαξίμου;
♦ Γιατί αποσιωπάται το γεγονός πως καταστράφηκαν τα βιβλία εισόδου -εξόδου των τεχνικών στο κέντρο της Vodafone στην Παιανία, στο οποίο είχε εγκατασταθεί το σύστημα παρακολούθησης;
♦ Γιατί η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας ακύρωσε τα πρόστιμα ύψους 76 εκατ. και 7,3 εκατ. ευρώ που επέβαλε η ΑΔΑΕ στις εταιρείες Vodafone και Ericsson για την υπόθεση των υποκλοπών;
♦ Παρακολουθούνταν μόνο τα ονόματα που δόθηκαν στη δημοσιότητα ή υπήρξαν και χιλιάδες άλλες παρακολουθήσεις;
♦ Ποιος ο ρόλος της ΕΥΠ στην όλη υπόθεση;
Την εξιχνίαση της υπόθεσης ζητά η οικογένεια Τσαλικίδη
Την ανάσυρση του φακέλου Τσαλικίδη από το αρχείο και τη διασύνδεσή του με την υπόθεση των υποκλοπών επιδιώκει η οικογένεια του στελέχους της Vodafone, του οποίου ο θάνατος χαρακτηρίστηκε αυτοκτονία. Οι συγγενείς του νεκρού θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι ουδέποτε αποδέχτηκαν αυτήν την εκδοχή και δεν έχουν σταματήσει στιγμή όλα αυτά τα χρόνια να αποζητούν την εξιχνίαση της υπόθεσης, όπως πολύ σωστά επισήμανε ο δικηγόρος της οικογένειας Ν. Κωνσταντόπουλος.
Ποινικά οι συνήγοροι της οικογένειας κινούνται σε ένα ισχυρό τρίπτυχο:
Υπάρχει ένα «νεκρό διάστημα», που ωστόσο δεν αποτελεί και «νεκρό χρόνο» για τους εμπλεκόμενους στην υπόθεση. Αυτό αφορά το διάστημα από την 4η Μαρτίου του 2005, οπότε και αποκαλύφθηκε - σύμφωνα με όσα ισχυρίζεται η Vodafone - η ύπαρξη παράνομου λογισμικού, μέχρι και την 10η του ίδιου μήνα, οπότε και ενημερώθηκε ανεπίσημα ο πρωθυπουργός στη συνάντησή του με τον διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας Κορωνιά.
Στο μεσοδιάστημα, και συγκεκριμένα στις 8 Μαρτίου, πραγματοποιήθηκε κλειστή σύσκεψη μεταξύ στελεχών της εταιρείας, το περιεχόμενο της οποίας δεν έγινε ποτέ γνωστό στις Αρχές, μήτε στους συγγενείς. Την αμέσως επόμενη μέρα, δηλαδή στις 9 Μαρτίου, βρέθηκε νεκρός στο διαμέρισμά του ο Κ. Τσαλικίδης. Οι ισχυρισμοί της οικογένειας ότι κάποιοι τον «αυτοκτόνησαν» ενισχύονται από τη στιγμή που ο 39χρονος τότε ηλεκτρολόγος μηχανικός ήταν υπεύθυνος για την τοποθέτηση του επίσημου λογισμικού παρακολουθήσεων των Ολυμπιακών Αγώνων - άρα είχε και τη σχετική τεχνογνωσία. Συνεπώς, είχε τη δυνατότητα να αναγνωρίσει τυχόν παράνομο λογισμικό στα μηχανήματα της εταιρείας.
Παράλληλα, η οικογένεια αμφισβητεί το πόρισμα του ιατροδικαστή και ισχυρίζεται πως έχει στην κατοχή της γνωματεύσεις και πορίσματα ξένων εμπειρογνωμόνων και ιατροδικαστών που συνηγορούν στο συμπέρασμα πως ο θάνατος δεν επήλθε από απαγχονισμό. Για του λόγου το αληθές, δόθηκαν στη δημοσιότητα - στο πλαίσιο συνέντευξης Τύπου που δόθηκε χθες - φωτογραφίες του νεκρού.
Τέλος, οι δεκάδες παραλείψεις της ιατροδικαστικής έρευνας ολοκληρώνουν το τρίπτυχο των ισχυρισμών της οικογένειας Τσαλικίδη. Όπως είπε χαρακτηριστικά η συνήγορος Ζωή Κωνσταντοπούλου, «στην εποχή του CSI, είναι αστείο να μην τηρήθηκαν από την Ασφάλεια μια σειρά από βασικές διαδικασίες», όπως η πραγματογνωμοσύνη, η ιχνηλασία, η ιατροδικαστική έρευνα στον τόπο του θανάτου, η εκτενής εργαστηριακή έρευνα για ανίχνευση ουσιών κ.ά.
Ακόμη ένα μακάβριο στοιχείο παρουσιάστηκε στους δημοσιογράφους. Πρόκειται για το σκοινί που βρέθηκε στον λαιμό του νεκρού, ενώ ο Ν. Κωνσταντόπουλος σχολίασε σχετικά: «Ακόμη και το πιο σημαντικό στοιχείο του θανάτου Τσαλικίδη δεν περισυλλέχθηκε από την αστυνομία».
Δημοσιεύτηκε στο Ποντίκι