Τετάρτη 24 Αυγούστου 2011

Αγάπη μου, συρρίκνωσα την Παιδεία!

Γράφει ο Κώστας Μερκουράκης 
 
Μακρά και δύσκολη περίοδος ξεκινά από την Τρίτη για το δημόσιο πανεπιστήμιο, έτσι τουλάχιστον όπως το γνωρίζαμε μέχρι τα σήμερα. Το νομοσχέδιο για τις μεταρρυθμίσεις στον νόμο - πλαίσιο καταφτάνει στη Βουλή και η συζήτηση θα διαρκέσει μόνο δύο μέρες πριν αυτό κατατεθεί προς ψήφιση. Αύγουστος μήνας και ακόμα μια κυβέρνηση, ακόμη μια φορά, επιλέγει τα – έστω και λίγα εφέτος – «μπάνια του λαού» για να περάσει μια σειρά από ιδιαίτερα σοβαρές αλλαγές στον χώρο της Παιδείας.

Πάντως, η ηγεσία του υπουργείου Παιδείας ευελπιστεί πως η μάχη θα κριθεί στο παιχνίδι των εντυπώσεων, καθώς σε επίπεδο αριθμών έχει ήδη χαθεί αν αναλογιστεί κανείς πως σύσσωμη η πανεπιστημιακή κοινότητα αλλά και 902 πανεπιστημιακοί από ξένα πανεπιστήμια τίθενται κατά του νέου νομοσχεδίου.

Σε προηγούμενο άρθρο είχε υπογραμμιστεί η εκτίμησή μας πως καμία σοβαρή μεταρρύθμιση στον χώρο της παιδείας δεν μπορεί να εφαρμοστεί χωρίς την παραμικρή συζήτηση με την ακαδημαϊκή κοινότητα, όπως επίσης δεν είναι εφικτό να μην αποτελεί μέρος ενός εθνικού στρατηγικού πλάνου το οποίο θα έχει εκπονηθεί μετά από χρόνια μελέτη και θα αφορά την παιδεία σε μια μακροπρόθεσμη στέρεα βάση.

Ακριβώς όπως χτίζονται τα εκπαιδευτικά συστήματα σε χώρες της Ευρώπης στο όνομα των οποίων αρκετές φορές πίνει νερό ο Γ. Παπανδρέου.

Την πεποίθηση μας αυτή – σχετικά με την ανεπάρκεια δηλαδή του συγκεκριμένου νομοσχεδίου – έρχονται να ενισχύσουν οι ειδήσεις για φημολογούμενη αναδίπλωση του υπουργείου Παιδείας, το οποίο εμφανίζεται έτοιμο να προχωρήσει σε μικρές επεμβάσεις στο παρόν σχέδιο νόμου προκειμένου να καταφέρει να αντιστρέψει το ιδιαίτερα αρνητικό κλίμα που έχει δημιουργηθεί και να πάρει μαζί του μερίδα των πρυτάνεων.

Με παζάρια λοιπόν επιχειρεί η κυβέρνηση να χαράξει πολιτικές για την Παιδεία και είναι να απορεί κανείς τι ακριβώς σκέφτονταν στο Μαξίμου όταν αποφάσιζαν να ανοίξουν μέτωπο με την εκπαιδευτική κοινότητα από Σεπτέμβριο. Δεν τους έφταναν οι οικονομικές πολιτικές λιτότητας που έχουν ξεσηκώσει το σύνολο της ελληνικής κοινωνίας;

Οι πρυτάνεις αλλά και η ηγεσία της ΠΟΣΔΕΠ (πρόσκειται στο ΠΑΣΟΚ) τα περί ιδιωτικοποίησης και περί νεοφιλελεύθερης στροφής στον χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης τα έχουν ακούσει και τα έχουν «συζητήσει» αρκετές φορές παρέα με την Α. Διαμαντοπούλου, με τις αντιδράσεις τότε να κινούνται σε χλιαρά επίπεδα.

Με τις συγκεκριμένες τομές όμως που αποφάσισε το υπουργείο βλέπουν τόσο αυτοί, όσο και το συντριπτικό κομμάτι των πανεπιστημιακών, να τορπιλίζεται η αυτοδιοίκηση των σχολών, όπως επίσης αντιλαμβάνονται πως ο ρόλος που τους επιφυλάσσει η υπό έγκριση μεταρρύθμιση θα είναι διεκπαιρεωτικός αν όχι διακοσμητικός με τους διορισμένους από την εκάστοτε κυβέρνηση μάνατζερ σε πρώτο ρόλο.

Παράλληλα, οι φωνές της μείζονος μα και ελάσσονος αντιπολίτευσης εντός ΠΟΣΔΕΠ, που αφορούν «ασήμαντες» για το υπουργείο λεπτομέρειες όπως η κατακερμάτιση των πτυχίων και των επαγγελματικών δικαιωμάτων, η διάλυση των επιστημονικών αντικειμένων ή η ουσιαστική υποβάθμιση των τμημάτων, αποκτούν πλέον περισσότερα πρόθυμα και θυμωμένα καθηγητικά ευήκοα ώτα.

Αυτά είναι που έχουν ξεσηκώσει ακόμη και τα κομμάτια των πανεπιστημιακών που μέχρι πρότινος δεν έδειχναν να ανησυχούν, αυτά έχουν βάλει φωτιές και στην κυβέρνηση η οποία φοβάται πως αν δεν ξεκινήσουν οι σχολές θα χαθούν εξεταστικές, συνεπώς νέα οικονομικοκοινωνικά βάρη θα προστεθούν στις πλάτες των φοιτητών και των οικογενειών τους, άρα νέα ένταση της δυσαρέσκειας.

Όπως και να έχει, όλα θα ξεκαθαρίσουν τη Δευτέρα, οπότε και είναι προγραμματισμένη η σύνοδος των πρυτάνεων. Σε αυτήν αναμένεται να «πέσουν» προτάσεις κλιμάκωσης στο τραπέζι, παρόλα αυτά είναι δύσκολο, λόγω των πολλών και διαφορετικών απόψεων, να υπάρξει συμφωνία για να μπει άμεσα λουκέτο στο σύνολο των σχολών. Απίθανο φαντάζει επίσης το ενδεχόμενο να κλείσουν μεμονωμένα κάποιες σχολές.

Οι φοιτητές από την άλλη, αλλά και η αντιπολίτευση βρίσκονται σε θέσεις μάχης. Χαρακτηριστικό της κατάστασης είναι το γεγονός πως ήδη τόσο το ΚΚΕ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν προγραμματίσει πορείες και συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας τις μέρες της συζήτησης στη βουλή, ενώ και στην Πλατεία Συντάγματος η θεματική που αφορά την παιδεία ξεκίνησε τις συνεδριάσεις, με δεκάδες Αγανακτισμένους να λαμβάνουν μέρος.

Από τη μεριά των φοιτητικών παρατάξεων η Αριστερή Ενότητα (ΣΥΡΙΖΑ) και τα ΕΑΑΚ (ΑΝΤΑΡΣΥΑ) που αποτέλεσαν τον πυλώνα του φοιτητικού κινήματος του 2007 έχουν ήδη αποφασίσει κινητοποιήσεις, η μεν πρώτη γιατί ως χώρος τοποθετεί τα της Παιδείας σε πρώτη προτεραιότητα και επενδύει στις νεολαιίστικες κινητοποιήσεις, για τους μεν δεύτερους οι κινηματικές διαδικασίες αποτελούν προνομιακό πεδίο παρέμβασης αλλά κυρίως αναπαραγωγής.

Η ΠΚΣ (ΚΚΕ) επίσης είναι σίγουρο πως θα ακολουθήσει αγωνιστική τροχιά, ερωτηματικό παρόλα αυτά παραμένει ποια μορφή θα έχουν τα μέσα πάλης τα οποία θα επιλέξει.

Τον χορό των αντιδράσεων ωστόσο φαίνεται πως θα ακολουθήσει και η ΠΑΣΠ (ΠΑΣΟΚ) – χωρίς να μπορεί να λογίζεται ως ενιαία οντότητα – καθώς πριν το καλοκαίρι κιόλας απειλούσε με κινητοποιήσεις, κυρίως για λόγους αυτοσυντήρησης σε μια προσπάθεια να εκτονωθούν οι συγκρούσεις που πληθαίνουν στο εσωτερικό της.

Η ΔΑΠ (Ν.Δ.), τέλος, πιθανότατα θα κινηθεί παραδοσιακά – με χαμηλούς αντιπολιτευτικούς τόνους, χωρίς ωστόσο να αποκλείονται οι πιο δυναμικές κινήσεις, που μπορούν να φέρουν θετικά συνδικαλιστικά και μόνο… αποτελέσματα.

Αν προσθέσουμε σε αυτά και τις φουρτούνες στην Μέση εκπαίδευση, που έχουν προκύψει από τις συγχωνεύσεις σχολείων, τα τεράστια κενά λόγω των μηδενικών προσλήψεων και των χιλιάδων συνταξιοδοτήσεων, έχουμε να κάνουμε με ένα εφιαλτικό μίγμα τόσο για το κυβερνητικό επιτελείο, αλλά κυρίως για την ίδια την παιδεία και την κοινωνία.

Κι αν για τα προβλήματα και τους «πονοκεφάλους» που θα κληθεί να αντιμετωπίσει το ΠΑΣΟΚ δεν μας καίγεται καρφί, δεν ισχύει το ίδιο και για τις επιθέσεις που δέχεται η δημόσια παιδεία. Το αποτέλεσμα αυτής της νέας μάχης αναμένεται με αγωνία κι αυτό γιατί οι επιπτώσεις στην εκπαίδευση δε θα έχουν αυτή τη φορά μορφή «πονοκεφάλου», αλλά αιφνίδιου θανάτου. Και κανείς δεν επιτρέπεται να διακινδυνεύει το ενδεχόμενο αυτό.

Γράφει ο Κώστας Μερκουράκης
Δημοσιεύτηκε στο Ποντίκι