Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2011

Αίτιο & Αιτιατό

Η ψυχολογία χρησιμοποιεί τον ορό «γνωστική ασυμφωνία», θέλοντας να περιγράψει τη δυσάρεστη κατάσταση στην οποία ενδέχεται να περιέλθει ένα άτομο, όταν εκτίθεται σε «μήνυμα» που κουβαλά φορτίο πληροφοριών, αντίθετο των πεποιθήσεων του. Ακριβώς αυτή η ένταση γεννάται στο εσωτερικό μου όταν έρχομαι σε επαφή με μηνύματα και ειδήσεις καρμπόν· λέξεις κλισέ. Μια γιάφκα σε κάθε σπιτικό έχει στηθεί και μπροστά από τις τηλεοράσεις περνούν εικόνες ουδέτερες, λειψές. Αμοντάριστα πλάνα αντάμα με τη φωνή του ρεπόρτερ που γρατζουνά τα τύμπανα, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να ακουστεί τρομοκρατημένη. Συγχωρέστε με αν κάνω λάθος αλλά η τρομοκρατία είναι προϊόν των παθογενειών της κοινωνίας. Οι περίοδοι οξύνσεων ή υφέσεων εξαρτώνται και από την εκάστοτε συγκυρία, καθώς η τρομοκρατία γεννιέται, τρέφεται και φουντώνει από το ίδιο ραδιενεργό μίγμα που γεννά τις ανισότητες, τις ανελευθερίες και ένα στημένο, άσχημα σκηνοθετημένο μοτίβο ζωής

Η δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου στις 6 Δεκέμβρη εισάγει και επισήμως την Ελλάδα σε μια νέα περίοδο, που στον πυρήνα της όμως, έχει ψήγματα του χθες. Νέες γενιές «τρομοκρατών» ξεπηδούν αμέσως μετά τη δολοφονία του  15 χρόνου από σφαίρα του επίσημου κράτους. Ακριβώς όπως πριν 25 χρόνια με τη ωμή δολοφονία Καλτεζά ή ακόμα πιο παλιά με τον Κουμή και την Κανελλοπούλου ή τον Σιδέρη. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Νίκος Μαζιώτης – μέλος του Επαναστατικού Αγώνα - κατά τη διάρκεια της κατάθεσης του στο δικαστήριο, είχε δηλώσει: «Πρώτη φορά που μπορώ να πω ότι πολιτικοποιήθηκα ήταν όταν έλαβα μέρος σε μια διαδήλωση το 1985. Ήταν 17 Νοεμβρίου. Τότε ήμουν δεκατεσσάρων- δεκαπέντε χρονών, και κάποιος αστυνομικός, ο κύριος Μελίστας, είχε σκοτώσει έναν δεκαπεντάχρονο, τον Μιχάλη Καλτεζά. Φόνος!» Έχουμε ξεκάθαρα μπροστά μας το «μηχανισμό», που σαν καύσιμο χρησιμοποιεί τη καταστολή, για να παράξει βία. Σε τέτοιες περιόδους, ρευστού και εύφλεκτου πολιτικού υλικού, οι πολίτες ακροβολίζονται και καταλαμβάνουν αναποτελεσματικά οχυρά, στις παρυφές του πολιτικού συστήματος - πόσο μάλλον η νεολαία που δε χρειάζεται προσάναμμα για ν’ ανάψει, να φουντώσει.

Παρόλα αυτά σαφώς και υπάρχουν διακριτές διαφορές του τότε και του σήμερα. Δύο γενιές τρομοκρατών που πίστεψαν πως βρέθηκαν απέναντι από τον καπιταλισμό. Οι μεν προγενέστεροι επέλεξαν την «οικονομία της βίας» κοιτώντας προς μια διαφορετική κοινωνία (χτισμένη πάνω στο αίμα, άλλα αυτό είναι άλλου είδους συζήτηση), οι δε δεύτεροι επιθυμούν την εκδίκηση και αγωνιούν για την απόκτηση του δικού τους εξιτηρίου από την αδράνεια. Δύο γενιές που δρούσαν υπό διαφορετικές κατεύθυνσης. Η κοινή συνισταμένη των δύο όμως, αποδεικνύει πως η ελληνική κοινωνία τις τελευταίες δεκαετίες προσπάθησε να απεμπολήσει κάθε είδους ιδεολογία και κατά συνέπεια συρρικνώθηκε εξαιρετικά το πολιτικό. Η 17 Νοέμβρη, παραδείγματος χάριν, χτυπούσε τα θύματα της έχοντας με προσοχή διαλέξει κάθε φορά ένα κόκκινο πανί, αποσκοπώντας στην ιδεολογική συνάντησή της με ευρύτερα ακροατήρια. Ήταν ξεκάθαρη η επιλογή της, βάση των στόχων αλλά και των προκηρύξεων της, να γίνει αρεστή σε μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Η «νέα τρομοκρατία» βαράει στα τυφλά και αδιαφορεί τόσο για τις επικρίσεις, όσο και για την αποτελεσματικότητα των κινήσεων της: «Mπάτσοι να ναι, κι όποιοι να ναι» η μαρκίζα της δράσης τους. 

Επιμένω να πιστεύω ακράδαντα, πως η τρομοκρατία, δεν αποτελεί όπως τη θέλουν τα λεξικά, προνόμιο μιας μικρής ομάδας ή μιας οργάνωσης. Αν εξαιρέσουμε τα πολλά παραδείγματα όπου κράτη και παρακράτος τρομοκρατούν, οφείλουμε να αναζητήσουμε και τη βία που έχει μεταμφιεστεί ώστε να είναι δυσδιάκριτη. Η ανεργία, η καταστολή, τα σαθρά θεμέλια του εκπαιδευτικού συστήματος, η ανασφάλιστη εργασία και οι ουρές στα δημόσια νοσοκομεία αποτελούν διαφορετικές όψεις του ίδιου πάντα νομίσματος. Το επίσημο κράτος δεν αναγνωρίζει τα δικά του τερατουργήματα, δεν ασχολείται. Το μόνο που κάνει, τεχνηέντως, είναι να εκμεταλλεύεται την εξτρεμιστική δράση των διαφόρων οργανώσεων ώστε να αποπροσανατολίσει, να φοβίσει και να μαντρώσει τους πολίτες. Με λίγα λόγια να παρασύρει τις σκέψεις μας μακριά από τα πραγματικά προβλήματα. Ιδιαίτερα σε μια περίοδο κρίσης όπως η τωρινή, γίνεται ολοφάνερη η προσπάθεια της κυβέρνησης να μετακυλήσει την πολιτική ατζέντα σε πεδία ευνοϊκότερα προς αυτήν, αλλά και να περιθωριοποιήσει την Αριστερά, τοποθετώντας την στα όρια της αστικής νομιμότητας. Δοκιμασμένες στο χρόνο τεχνικές, που πιθανά θα παραμείνουν ανθεκτικές, όσο η ανεξέλεγκτη δραστηριότητα τέτοιων άγνωστων συνόλων συνεχίζει να παράγει αρνητικό έργο. Ενέργειες που λειτουργούν ανασταλτικά, και στέκονται εμπόδιο στις μαζικές μορφές κινηματικών δράσεων, που αποτελούν και τη μόνη αποτελεσματική και νικηφόρα κοινωνική δράση.

Αφήνω για το τέλος τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης τα οποία κατέχουν δικαίως περίοπτη θέση «στην άνιση μάχη κατά της τρομοκρατίας». Η κρατική εξουσία συντροφιά με τα παπαγαλάκια του χώρου έστησε κατά καιρούς μεγάλες τηλεοπτικές υπερπαραγωγές. Προσφάτως, ο πρόεδρος της ΕΣΗΕΑ κος Σόμπολος, απέδειξε πόσο καλός μαθητής ήταν όλα αυτά τα χρόνια. Ανθρωποφαγίας συνέχεια αποτέλεσε και η θρασύτατη προσπάθεια μέρους της ενεργής δημοσιογραφίας, να αποδώσει τη σπίλωση του ονόματος της 25χρονης Γερμανίδας αποκλειστικά στην Αστυνομία. Όπως και η σύλληψη την ίδια μέρα στελέχους του Συνασπισμού, που κακοποιήθηκε και εν τέλει απελευθερώθηκε καθώς επρόκειτο περί «σοβαρού λάθους». Ίσως αν ήταν Γερμανός, η είδηση της βίαιης προσαγωγής του, δε θα περνούσε στα ψιλά των εφημερίδων. Αλλά τα ΜΜΕ, εσκεμμένα έχουν προ πολλού ξεχάσει πως έχουν να κάνουν με νέα παιδιά. Όχι δεν ζητώ συγχωροχάρτι, εξάλλου ένα τέτοιο ενδεχόμενο δεν ενδιαφέρει τους ίδιους τους δράστες. Δε με σαστίζει το γεγονός, ότι τα νεαρά αυτά παιδιά, παρασυρμένα από τις ιδέες τους και τη λάμψη των νιάτων δεν ζητούν συγχώρεση, μήτε επιείκεια.  Θα δικαστούν ξανά και ξανά, μέσα σε δικαστικές αίθουσες αλλά και σε απευθείας σύνδεση με τα δελτία ειδήσεων. Θα φυλακιστούν και μετά από χρόνια θα επιστρέψουν – αν επιστρέψουν, κομματιασμένα. Ξεχασμένα. 

Ιστορικά, η τρομοκρατία ποτέ δεν μπόρεσε να ανατρέψει καθεστώς. Δεν είμαι σίγουρος αν αποτελεί πραγματική - έστω και ελάχιστη - απειλή για την κατεστημένη εξουσία ή αν μετατρέπεται εξ ολοκλήρου σε εργαλείο στα χέρια της. Κανείς δεν καλυτέρευσε τον κόσμο χωρίς να έχει τον κόσμο με το μέρος του, πόσο μάλλον όταν τον έχει απέναντί του. Η κριτική όμως που πρέπει να ασκείται στο έργο αυτών των οργανώσεων και η καταδίκη τέτοιων ενεργειών οφείλει να συμπεριλαμβάνει όλα τα παραπάνω. Μια σοβαρή ματιά στα γεγονότα, είναι αναγκασμένη να εξετάζει κάθε πτυχή του λυπηρού φαινομένου. Αν καταφέρουμε λοιπόν να διαγράψουμε από το θυμικό μας προκαταλήψεις, φόβους και εμμονές θα δούμε ξεκάθαρα πως η τρομοκρατία δεν αποτελεί από μόνη της το αίτιο αλλά ένα σύμπτωμα. Και ως τέτοιο υποχρεούμαστε να την λογίζουμε.
 
Κώστας Μερκουράκης