Γράφει ο Κώστας Mερκουράκης
Τα διακυβέυμαυτα των πρόσφατων εκλογών ήταν πολύ συγκεκριμένα, το περίφημο «μήνυμα» εστάλει τελικά από τη κάλπη και επιδέχεται πολλαπλών αναλύσεων, ενώ τέλος οι πολιτικοί οργανισμοί περί άλλων τυρβάζουν. Κατά τους Στωικούς*, η αποχή από τις «απολαύσεις» βοηθάει στην ψυχική ηρεμία. Κάπως έτσι φαίνεται ότι σκέφτηκε το 50% περίπου του ελληνικού λαού, ειδικά αν συνυπολογίσει κανείς την λαγνεία των κυβερνώντων για εξουσία. Γεμίσαμε πολιτικάντηδες, τεχνοκράτες, ρεαλιστές και image maker. Γεμίσαμε από δαύτους γιατί διακόψαμε την σχέση μας με την πολιτική. Πάψαμε να είμαστε πολίτες και μετατραπήκαμε σε ψηφοφόρους – πελάτες.
Τα διακυβέυμαυτα των πρόσφατων εκλογών ήταν πολύ συγκεκριμένα, το περίφημο «μήνυμα» εστάλει τελικά από τη κάλπη και επιδέχεται πολλαπλών αναλύσεων, ενώ τέλος οι πολιτικοί οργανισμοί περί άλλων τυρβάζουν. Κατά τους Στωικούς*, η αποχή από τις «απολαύσεις» βοηθάει στην ψυχική ηρεμία. Κάπως έτσι φαίνεται ότι σκέφτηκε το 50% περίπου του ελληνικού λαού, ειδικά αν συνυπολογίσει κανείς την λαγνεία των κυβερνώντων για εξουσία. Γεμίσαμε πολιτικάντηδες, τεχνοκράτες, ρεαλιστές και image maker. Γεμίσαμε από δαύτους γιατί διακόψαμε την σχέση μας με την πολιτική. Πάψαμε να είμαστε πολίτες και μετατραπήκαμε σε ψηφοφόρους – πελάτες.
Πολίτης και πολιτική, λέξεις ομόριζες. Η ακύρωση της μιας λέξης αυτομάτως προδίδει την άλλη. Το κυρίαρχο συστατικό της πρόσφατης εκλογικής αναμέτρησης ήταν η αποχή, η πιο σωστά πρέπει να μιλάμε για άρνηση της πολιτικής. Πράξη που στον πυρήνα της εμπεριέχει την απογοήτευση, τον φόβο και τον θυμό που οδηγούν με τη σειρά τους στην αδιαφορία και την ιδιώτευση. Όταν απουσιάζει παντελώς το μεγαλύτερο και πιο ζωντανό κομμάτι της κοινωνίας, τότε το σύστημα παρουσιάζει έλλειμμα αξιοπιστίας και νομιμοποίησης. Και αυτό αποτελεί την σταθερά των εκλογών της 7ης Νοέμβρη, από όποια σκοπιά κι αν γίνει η ανάγνωση των αποτελεσμάτων.
Ο δικομματισμός πιθανά διάγει τις τελευταίες του μέρες· ευτυχώς. Δεν μένει καιρός όμως για πανηγυρισμούς, καθώς το κενό ιδεολογίας αδυνατεί η αριστερά να το καλύψει. Περί ριζοσπαστικής αριστεράς ο λόγος, μιας και εξ ευωνύμων του πολιτικού συστήματος βρίσκονται οι κοινωνικές δυνάμεις που μπορούν να γίνονται αποτελεσματικές και νικηφόρες – όταν θέλουν. Η συνάντηση της ριζοσπαστικής αριστεράς με κομμάτια που απεγκλωβίζονται από το ΠΑΣΟΚ θα μπορούσε να αναπτύξει μια νέα δυναμική, παρόλα αυτά τίποτα από αυτά δεν έγινε. Απουσίαζε μια συγκροτημένη και πειστική διέξοδος, έλειψε η σοβαρότητα στους χειρισμούς και η αδυναμία συνεννόησης σε μια κρίσιμη ιστορική καμπή. Την ίδια ώρα που οι νίκες των Καμίνη και Μπουτάρη κάνουν φανερό πως οι πολίτες αποστρέφουν το βλέμμα τους από τα κλασσικά πολιτικά μορφώματα και αναζητούν – ίσως στρεβλά - το διαφορετικό.
Παράξενοι καιροί λοιπόν, μέρες παράξενες. Μπορεί να γεννήσουν τα πιο όμορφα, ίσως να ξερασουν τα χειρότερα. Η κοινωνική δυσαρέσκεια αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο και η κυβέρνηση αργά η γρήγορα θα αναζητήσει συμμάχους – συνενόχους, η θα οδηγηθεί σε αλλαγή πολιτικής. Το ζητούμενο είναι λοιπόν το προς τα πού θα γύρει η πλάστιγγα. Το κατά πόσο ο χώρος της ριζοσπαστικής αριστεράς θα καταφέρει να χτίσει αντιστάσεις, να συνδεθεί και να πυροδοτήσει τα κινήματα. Αναζητείται εναγωνίως ένα αντίβαρο, στις επιλογές της κυβέρνησης και του ΔΝΤ. Ο πρώτος γύρος έληξε χωρίς νικητές αλλά με ηττημένους. Ποιος θα βγει νικητής στο τέλος του αγώνα είναι το επίδικο. Και είναι ξεκάθαρα στο χέρι της κοινωνίας.
*(σημαντική ελληνική φιλοσοφική σχολή των ελληνιστικών χρόνων)