Γράφει ο Κώστας Μερκουράκης
Η ατιμωρησία δεν αποτελεί το μοναδικό «ισόβιο» προνόμιο της εγχώριας πολιτικής ελίτ. Δεκάδες πολιτευτές ευτύχησαν κατά καιρούς να χρησιμοποιήσουν μια διασταλτική ερμηνεία του όρου «δικαιοσύνη», είτε για την αποκόμιση «μικροπολιτικών» κερδών είτε για λόγους πολιτικής εκδίκησης.
Η λογική της «πίσω πόρτας του Μαξίμου» θριάμβευσε επί των πολιτικών πραγμάτων από τη δημιουργία του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους έως σήμερα, ενώ περιστατικά όπως οι καταγγελίες των οικονομικών εισαγγελέων έρχονται στην επικαιρότητα για να μας υπενθυμίζουν ότι πολιτική και πολιτικοί «βασίλευσαν» σε τούτο τον τόπο στο όνομα της Δημοκρατίας. Και της Δικαιοσύνης βεβαίως βεβαίως...
Ας ρίξουμε μια ματιά σε περιπτώσεις κατά τις οποίες τέθηκαν σε εφαρμογή οι διατάξεις του νόμου περί ευθύνης υπουργών, αλλά από συστάσεως ελληνικού κράτους πάντα τη γλίτωναν:
Όνομα και πράγμα
♦ Όνομα και πράγμα αποδείχτηκε ο υπουργός Οικονομικών Νικόλαος Πονηρόπουλος, ο οποίος παραπέμφθηκε με βάση σχετική πρόβλεψη του «νέου» συντάγματος του 1844 «επί καταχρήσει δημοσίας περιουσίας και πλαστογραφία πρωτοκόλλου, ως προς την τιμή των σιτηρών». Τέσσερις φορές συνεδρίασε η Βουλή για τον προσωπικό φίλο του Κολοκοτρώνη – ο οποίος τον αποκαλούσε και «πονηρό» – μέχρι να υιοθετηθεί τελικά αθωωτική πρόταση στις 18 Μαρτίου 1847. Παρά τον θόρυβο που προκλήθηκε, ο Πονηρόπουλος απαλλάχτηκε, έχοντας εξαργυρώσει τις μάχες που έδωσε κατά τη διάρκεια του απελευθερωτικού αγώνα.
♦ Τα πεπραγμένα της κυβέρνησης Βούλγαρη έμειναν στην ιστορία ως τα «Στηλιτικά». Πλαστογραφία, βία και νοθεία στις εκλογές, ακόμη και τον στρατό έξω από το Κοινοβούλιο χρησιμοποίησε η συγκεκριμένη κυβέρνηση, η οποία γνώρισε την κατακραυγή του κόσμου και των εφημερίδων.
Ο Δημήτριος Βούλγαρης και οι υπουργοί του οδηγήθηκαν σε παραίτηση, ενώ παραπέμφθηκαν στο Ειδικό Δικαστήριο από τη Βουλή στις 26 Δεκεμβρίου 1875, για «αντιποίηση αρχής, πλαστογραφία και αλλοίωση του εκλογικού αποτελέσματος», ωστόσο το βαρύ κατηγορητήριο κατέρρευσε ακόμη μια φορά.
Ο Δημήτριος Βούλγαρης και οι υπουργοί του οδηγήθηκαν σε παραίτηση, ενώ παραπέμφθηκαν στο Ειδικό Δικαστήριο από τη Βουλή στις 26 Δεκεμβρίου 1875, για «αντιποίηση αρχής, πλαστογραφία και αλλοίωση του εκλογικού αποτελέσματος», ωστόσο το βαρύ κατηγορητήριο κατέρρευσε ακόμη μια φορά.
♦ Ό,τι δεν έγινε στα «Στηλιτικά» πραγματοποιήθηκε την επόμενη χρονιά στα «Σιμωνικά». Ο τότε υπουργός Εκκλησιαστικών και Δημόσιας Εκπαιδεύσεως Γιάννης Βαλασόπουλος καταδικάστηκε σε φυλάκιση ενός έτους, πρόστιμο και αφαίρεση πολιτικών δικαιωμάτων «για δωροδοκία και εκβίαση», ενώ ο υπουργός Δικαιοσύνης Νικολόπουλος και γαμπρός του Βούλγαρη οδηγήθηκε στη φυλακή για δέκα μήνες.
Οι δυο τους δωροδοκήθηκαν από τέσσερις υποψήφιους μητροπολίτες, προκειμένου να επηρεάσουν την Ιερά Σύνοδο για να τους τοποθετήσει σε Μητροπόλεις της επιλογής τους.
Αυτή ήταν και η πρώτη φορά που καταδικάστηκαν υπουργοί από Δικαστήριο στη σύγχρονη ελληνική ιστορία.
♦ Την παραπομπή του Χ. Τρικούπη και τεσσάρων υπουργών του στο ειδικό δικαστήριο ζήτησε η κυβέρνηση Δηλιγιάννη στις 14 Μαρτίου 1891.
Ο Δηλιγιάννης κατηγορούσε τον Τρικούπη για τη «μη εκτέλεση δικαστικών αποφάσεων» αλλά και για «παράνομη δανειοδότηση», ωστόσο επέλεξε να καθυστερήσει την εκδίκαση της υπόθεσης στοχεύοντας στην όσο το δυνατόν μεγαλύτερη πολιτική φθορά του Τρικούπη. Κάπως έτσι, η τελική παραπομπή δεν πραγματοποιήθηκε.
♦ Στη μακρά λίστα των παραπομπών στο Ειδικό Δικαστήριο προστέθηκε το 1917 ο τραπεζίτης Στέφανος Σκουλούδης, με την κατηγορία «επί εσχάτη προδοσία» σχετικά με τα γερμανικά δάνεια. Παρά τις κατηγορίες και το έντονα διχαστικό κλίμα της εποχής, η ελεγχόμενη από τον Βενιζέλο Βουλή δεν οδήγησε κανέναν σε δίκη.
Την εποχή του Πάγκαλου
Την εποχή του Πάγκαλου
♦ Αρχικά η κυβέρνηση Πάγκαλου το 1926 και στη συνέχεια ο ίδιος ο Θεόδωρος Πάγκαλος (παππούς του δικού μας Θ. Πάγκαλου) το 1930 έφτασαν προ των θυρών του Ειδικού Δικαστηρίου, αλλά τελικά δεν παραπέμφθηκαν.
Ο Θ. Πάγκαλος πρωταγωνίστησε σε γιγαντιαίο σκάνδαλο της εποχής, καθώς κατηγορήθηκε για την εκχώρηση άδειας καζίνο στην περιοχή της Ελευσίνας σε επιχειρηματία φίλο του. Η Γερουσία χωρίς να τον παραπέμψει στο Ειδικό Δικαστήριο, όπως όφειλε, τον καταδίκασε σε δύο χρόνια φυλάκιση.
♦ Έχοντας εισέλθει στην εποχή των «σκανδάλων», ο τότε υπουργός Μεταφορών Πάνος Χατζηπάνος κατηγορήθηκε το 1950 ότι ανέθεσε τη μεταφορά και διανομή πετρελαίου σε ιδιωτική εταιρεία συγγενών του. Ο Χατζηπάνος παραπέμφθηκε σε Ειδικό Δικαστήριο, όπου καταδικάστηκε σε φυλάκιση δύο μηνών με τριετή αναστολή.
♦ Οι «εκλογές βίας και νοθείας» του 1961 ενεργοποίησαν τον νόμο περί ευθύνης υπουργών για τα μέλη της υπηρεσιακής κυβέρνησης του Κ. Δόβα, αλλά κανείς δεν παραπέμφθηκε.
♦ Στις 29 Ιανουαρίου 1965 η ΕΔΑ προτείνει την παραπομπή του Κωνσταντίνου Καραμανλή και πέντε υπουργών του για το σκάνδαλο της ηλεκτροδότησης του εργοστασίου της «Πεσινέ» και την κατασκευή φράγματος στον Μέγδοβα. Η πρόταση παραπομπής γίνεται αποδεκτή κι έτσι οι Καραμανλής, Παπαληγούρας και Μάρτης παραπέμπονται στο Ειδικό Δικαστήριο.
Κι όμως, από τη μια οι έντονες αντιδράσεις των Καραμανλή και Κανελλόπουλου κι από την άλλη η απουσία του Ανδρέα Παπανδρέου από την όλη διαδικασία, αποτρέπουν την παραπομπή.
Κονδύλια και καλαμπόκια
Κονδύλια και καλαμπόκια
♦ Την ίδια χρονιά στο «στόχαστρο» των διατάξεων του νόμου μπαίνει ο υπουργός Ε. Αβέρωφ και οι δύο υφυπουργοί Γεροκωστόπουλος και Δαβάκης της κυβέρνησης Καραμανλή, με την κατηγορία ότι «διαχειρίστηκαν και διέθεσαν με παράνομο τρόπο μυστικά κονδύλια». Κανείς δεν παραπέμφθηκε.
♦ Η πρώτη φορά μετά τη μεταπολίτευση όπου ενεργοποιήθηκε ο νόμος περί ευθύνης υπουργών ήταν στην περίπτωση του Νίκου Αθανασόπουλου.
Ο τότε υφυπουργός Οικονομικών καταδικάστηκε το 1990 για την υπόθεση του γιουγκοσλαβικού καλαμποκιού σε φυλάκιση τριών ετών και έξι μηνών, στις 17 Ιανουαρίου 1994, όμως η Βουλή ήρε τις νομικές συνέπειες για τον Αθανασόπουλο.
Το σκάνδαλο Κοσκωτά και τα «Pampers»
♦ Σειρά έχει το περιβόητο σκάνδαλο «Κοσκωτά». Με τα «Pampers» και τις συνεχείς αποκαλύψεις στα πρωτοσέλιδα οδηγούνται σε δίκη ο Ανδρέας Παπανδρέου και οι υπουργοί Παναγιώτης Ρουμελιώτης, Δημήτρης Τσοβόλας, Μένιος Κουτσόγιωργας και Γιώργος Πέτσος.
Ο Παπανδρέου, που αρνήθηκε να παραστεί στη δίκη, αθωώθηκε, ενώ και ο Ρουμελιώτης δεν δικάστηκε, αφού στο μεσοδιάστημα είχε εκλεγεί ευρωβουλευτής και είχε ασυλία. Ο Τσοβόλας, ενώ αρχικά καταδικάστηκε, τελικά το 1993 του απονεμήθηκε χάρη από τη Βουλή. Ο Πέτσος καταδικάστηκε σε φυλάκιση δέκα μηνών με τριετή αναστολή για απιστία, ενώ ο Μένιος Κουτσόγιωργας πέθανε από εγκεφαλικό μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου στις 11 Απριλίου 1991.
Την ίδια χρονιά που ξεσπά το σκάνδαλο Κοσκωτά ασκείται δίωξη στον Α. Παπανδρέου και για την υπόθεση των υποκλοπών. Τρία χρόνια αργότερα με απόφαση της Βουλής η δίωξη αναστέλλεται.
Την ίδια χρονιά που ξεσπά το σκάνδαλο Κοσκωτά ασκείται δίωξη στον Α. Παπανδρέου και για την υπόθεση των υποκλοπών. Τρία χρόνια αργότερα με απόφαση της Βουλής η δίωξη αναστέλλεται.
♦ Το 1994 ενεργοποιείται εκ νέου ο νόμος για τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και την υπουργό Πολιτισμού Ντόρα Μπακογιάννη, για παρόμοια υπόθεση (υπόθεση Μαυρίκη). Σε σχετική ψηφοφορία η Βουλή αποφασίζει την παραπομπή μόνο του πρώτου, ενώ έναν χρόνο αργότερα αποσύρει τη δίωξη. Τέλος στη μακρά λίστα των παραπομπών βάζει το 1994 ο Μητσοτάκης και οι προϊστάμενοι των υπουργείων Οικονομικών Παλαιοκρασάς και Βιομηχανίας Ανδριανόπουλος, οι οποίοι παραπέμφθηκαν σε δίκη εν μέσω πολιτικής θύελλας για την πώληση της προβληματικής κρατικής τσιμεντοβιομηχανίας «ΑΓΕΤ-Ηρακλής» στην ιταλική «Καλτσεστρούτσι».
Στις 16 Ιανουαρίου 1995, ωστόσο, η Βουλή ανακαλεί την απόφασή της και αναστέλλει τις διώξεις εις βάρος των τριών.
Δημοσιεύτηκε στο Ποντικι
Δημοσιεύτηκε στο Ποντικι