Γράφει ο Κώστας Μερκουράκης
Τα επεισόδια της Κυριακής στο γήπεδο ΟΑΚΑ άλλοι αβίαστα κι άλλοι εσκεμμένα επέλεξαν να τα συνδέσουν αποκλειστικά με τα φαινόμενα βίας που βρίσκουν - εδώ και χρόνια - πρόσφορο έδαφος στα γήπεδα της Ελλάδας.
Όλοι, βέβαια, συμφωνούν ότι δεν είναι η πρώτη φορά που το απευαισθητοποιημένο μάτι του Έλληνα παρακολουθεί εικόνες συγκρούσεων στις κερκίδες.
Χαρακτηριστικό είναι, εξάλλου, το γεγονός ότι τον δημόσιο διάλογο της επόμενης ημέρας μονοπωλούν η τιμωρία της ΠΑΕ Παναθηναϊκός, το ύψος των ζημιών και οι περιγραφές της Αστυνομίας και των υπευθύνων(;) για τις «οργανωμένες επιθέσεις» των οπαδών.
Κανείς δε βρέθηκε να σχολιάσει τις δηλώσεις ενός εκ των βασικών πρωταγωνιστών του αγώνα, του προπονητή του Ολυμπιακού, Ερνέστο Βαλβέρδε, ο οποίος με τη ψυχραιμία που τον διακρίνει και με το πλεονέκτημα του εξωτερικού παρατηρητή σημείωσε: «Η αλήθεια είναι πως όλα αυτά έχουν σχέση και με την κακή οικονομική κατάσταση των Ελλήνων και αυτό επηρεάζει και τις καταστάσεις στο γήπεδο, αλλά δεν μου αρέσει καθόλου το ότι χρησιμοποιούν τον κόσμο που περνάει δύσκολες στιγμές και βρίσκεται στην ανεργία, για να δικαιολογήσουν όλα όσα γίνονται».
Στην Ελλάδα του μνημονίου, της πολιτικής, πολιτιστικής και οικονομικής παρακμής, είναι απαράδεκτο τόσο να δοκιμάσει κάποιος να δικαιολογήσει τα επεισόδια ως απόρροια της γενικής οικονομικής κατάστασης, όσο και το να προσπαθεί να τα αποσυνδέσει πλήρως.
Φυσικά είναι διαπιστωμένες οι τεράστιες και διαχρονικές ευθύνες των ΠΑΕ, των ΜΜΕ, των οπαδών και των θεσμικών και εξω-θεσμικών παραγόντων που έχουν δημιουργήσει αυτό το «υπέροχο» προϊόν που κατ’ ευφημισμόν και μόνο συνεχίζει να λέγεται [ελληνικό] ποδόσφαιρο.
Επίσης, είναι εξίσου λογικό, η κοινωνική αναταραχή να μεταφέρεται ή και να γιγαντώνεται στους αγωνιστικούς χώρους.
Η πολιτεία, ωστόσο, τα δύο τελευταία χρόνια - τουλάχιστον - έχει επιλέξει πολύ στοχευμένα τον τρόπο και την ένταση με την οποία θα την καταστείλει. Συνεπώς, είναι ιδιαίτερα χρήσιμο για την ανάλυση των όσων έγιναν την Κυριακή, να εξεταστεί [και] η στάση – δράση της Αστυνομίας, η οποία εξακολουθεί να παραμένει στο απυρόβλητο.
Όπως και στις διαδηλώσεις έτσι και στο γήπεδο, κοινή συνισταμένη των επεισοδίων αποτελεί η «βεντέτα» αστυνομικών κι ομάδων [οπαδών, διαδηλωτών, «αντιεξουσιαστών», μπάχαλων] που δρουν ανεξέλεγκτα.
Και στις δύο περιπτώσεις αποτελεί κοινή παραδοχή πως η Αστυνομία παραμένει τουλάχιστον αναποτελεσματική. Η ΕΛΑΣ επιμένει να μην κάνει σωστά τη «δουλειά» της, ενώ παράλληλα κρατά εξαιρετικά προκλητική στάση, χωρίς να έχει το παραμικρό «παράσημο» θετικής επέμβασης.
Σε ένα γήπεδο με 50.000 οπαδούς και χιλιάδες αστυνομικούς, σύμφωνα με τις δηλώσεις του εκπροσώπου τύπου της Αστυνομίας, αλλά και τις μαρτυρίες όσων βρέθηκαν στο ΟΑΚΑ την Κυριακή το απόγευμα, έγιναν ξανά μεγάλης έκτασης έκτροπα.
Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους: Ένα… «όργανο της τάξης» για κάθε 20-30 οπαδούς! Και οι αριθμοί γίνονται αμείλικτοι αν σκεφτεί κανείς πως στα επεισόδια δεν πήραν μέρος περισσότεροι από 300 άνθρωποι.
Ουσιαστικά η ΕΛΑΣ είχε αριθμητικό πλεονέκτημα απέναντι στους ταραξίες, είχε οπλισμό και ισχυρά πυρομαχικά, είχε ενημερωθεί για το τι επρόκειτο να συμβεί και κατ’ επέκταση είχε καταστρώσει ολόκληρο σχεδιασμό επί μια εβδομάδα [το ομολόγησε ο γγΑ Π. Μπιτσαξής σε τηλεφωνική επικοινωνία με δημοσιογράφους] για το πώς θα αποτρέψει τα μελλούμενα.
Τίποτα, όμως, απ’ όλα αυτά δεν έγινε· το αντίθετο. Ο σχεδιασμός απέτυχε, υπήρχαν σοβαροί τραυματισμοί αστυνομικών και οπαδών, ο κόσμος πνίγηκε στα χημικά, δαπανήθηκαν πολλά εκατομμύρια για την πολυπληθή παρουσία της Αστυνομίας και για τη ρίψη εκατοντάδων χημικών και μετρήσαμε πολλές ζημιές στο ΟΑΚΑ και τα πέριξ αυτού.
Αποτέλεσμα; Μηδέν στρογγυλό ή μάλλον κάτι με πολλά μηδενικά στο τέλος που αφορά και εμάς και τις τσέπες μας.
Κανείς, όμως, δε είναι υπόλογος για όλα αυτά. Όλες οι πλευρές, μάλιστα, φαίνεται πως συνηγορούν στο ότι δε μπορούν να ελέγξουν τη βία.
Είναι όντως έτσι; Αδυνατεί η Αστυνομία να ελέγξει την κοινωνική αναταραχή ή μήπως κάποιοι επιδιώκουν την αναπαραγωγή κλίματος ανασφάλειας σε όλα τα μήκη και πλάτη της κοινωνίας, προκειμένου να επενδύσουν πολιτικά κεφάλαια σε αυτό;
Αν συμβαίνει το πρώτο, τότε κάποιος θα πρέπει επιτέλους να απολογηθεί για τον τρόπο που στελεχώθηκε η Αστυνομία, για την εκπαίδευση της, για τα κονδύλια που αφιερώνονται στην καταστολή.
Αν συμβαίνει το δεύτερο, τότε τα πράγματα είναι περισσότερο πολύπλοκα αφού θα πρέπει να φανεί ποια θα είναι η στάση του κόσμου απέναντι στο «εμπόριο του φόβου», που αποτελεί και μια από τις ελάχιστες πλέον «εμπορικές» δραστηριότητες στη χώρα μας.
Μένει τώρα να δούμε αν θα είναι και επικερδής…
Δημοσιεύτηκε στο Ποντίκι