Γράφει ο Κώστας Μερκουράκης
Μια πόλη ή πιο σωστά μια χώρα του «φαίνεσθαι». Και αφού το «έχειν» στέρεψε, σήμερα περισσότερο από ποτέ προσκυνούμε την εικόνα. Όχι δεν είναι «μανία» αυτό που ωθεί τον Δήμαρχο να λειτουργεί αδίστακτα στις πλείστες των περιπτώσεων, από τότε που ανέλαβε. Είναι το συλλογικό όνειρο χιλιάδων ανθρώπων που εξέθρεψε κι αυτό με τη σειρά του (στο ποσοστό που του αναλογεί) το έκτρωμα της σημερινής συγκυρίας.
Αφαιρώντας τα παγκάκια, δεν ξεριζώνεις το πρόβλημα. Κι αυτό το γνωρίζει - πρώτη από όλους - η Δημοτική Αρχή, οπότε δεν έχει νόημα να κατηγορηθεί για το αδίκημα της βλακείας. Ούτε ως «άκαρδη», όπως ακούστηκε, δε μπορεί να χαρακτηριστεί, αφού τα παγκάκια έτσι κι αλλιώς αποτελούσαν μια κάποια οριακή λύση, όχι για τους άστεγους, αλλά για όλους εμάς. Απλά και μόνο για να μπορούμε - όσοι δεν έχουμε (ακόμα) αποκτήσει θέση σε αυτά - να κοιμόμαστε με ανέφελα όνειρα τα βράδια.
Το παραμύθι που ξεκίνησε με τις πρέζες «μικρομεγαλισμού» των Ολυμπιακών Αγώνων, φαίνεται πως δεν τελείωσε ακόμη. Τότε σάρωσαν τα «πρεζάκια», σειρά τώρα έχουν οι άστεγοι. Αν τότε στο βωμό του «φαίνεσθαι» και για τα οφθαλμόλουτρα των νυν «εταίρων» επιτρέψαμε τη θυσία δεκάδων ανθρώπων στα εργατικά ατυχήματα και αποσιωπήσαμε τον παραγκωνισμό χιλιάδων για τις ανάγκες της εθνικής φιέστας, σήμερα ποιόν ακριβώς ήρθε η ώρα να κοροϊδέψουμε;
Ποια «κατάσταση της πόλης δεν ταιριάζει σε εικόνα ευρωπαϊκής πρωτεύουσας» και ποιά απείκασμα έχει στο φαντασιακό του και κοπιάζει να φιλοτεχνήσει για το κέντρο της πόλης ο Δήμαρχος; Με σχεδόν 20.000 αστέγους, τι να σου κάνουν οι ξενώνες του Δήμου που αντέχουν μόλις 250 αστέγους «κατόχους ελληνικής ταυτότητας». Πριν 3 χρόνια στον Πειραιά σφάχτηκαν για ένα παγκάκι, τα ίδια και μόλις πριν λίγους μήνες. Πλέον, οι άστεγοι είναι περισσότεροι από τις διαθέσιμες τάβλες των πλατειών - που λόγος για τις υποδομές της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Και εμείς, εξακολουθούμε να θαυμάζουμε την ανάπλαση της εκάστοτε πλατείας και μαζί με αυτήν και την ανάπλαση των ζωών μας. Καυτηριάζοντας τις στιγμές της καθημερινότητας. Κληρονόμοι της ανοχής και της απάθειας. Είναι και τα μόνα μας υπάρχοντα, για τις διαθήκες του αύριο. Αφού ακόμη και τα πλεονάζοντα παγκάκια μας τελείωσαν…
Δημοσιεύτηκε στο Ποντίκι