Γράφει ο Κώστας Mερκουράκης
Δεν είναι λίγα τα χρόνια που πέρασαν, από το θάνατο του Νίκου Ξυλούρη. Αντιθέτως, είναι λίγα αυτά που μας ενώνουν με την ατμόσφαιρα εκείνης της εποχής. Όπως ελάχιστοι είναι και οι τραγουδοποιοί που σήμερα χαράζουν παράλληλες πορείες, αντάξιες με εκείνες των «ασπρόμαυρων» ανθρώπων της εποχής. Χρησιμοποιώ τη λέξη «ασπρόμαυροι», καθώς μόνο στις παλιές, γκρίζες, φθαρμένες φωτογραφίες, ή μέσα από τις ταλαιπωρημένες από το χρόνο ηχογραφήσεις, μπορεί κάποιος νεότερος να πάρει μια γεύση από το συναίσθημα, την ενέργεια των καλλιτεχνών της εποχής εκείνης. Εικόνες μαύρες και άσπρες, θολές, που καταφέρνουν όμως μέχρι τα σήμερα, να ζωγραφίζουν με όλα τα χρώματα της γης τόσο τις ζωές μας, όσο και το σκούρο σκηνικό της ελληνικής δισκογραφίας.
Δεν είναι λίγα τα χρόνια που πέρασαν, από το θάνατο του Νίκου Ξυλούρη. Αντιθέτως, είναι λίγα αυτά που μας ενώνουν με την ατμόσφαιρα εκείνης της εποχής. Όπως ελάχιστοι είναι και οι τραγουδοποιοί που σήμερα χαράζουν παράλληλες πορείες, αντάξιες με εκείνες των «ασπρόμαυρων» ανθρώπων της εποχής. Χρησιμοποιώ τη λέξη «ασπρόμαυροι», καθώς μόνο στις παλιές, γκρίζες, φθαρμένες φωτογραφίες, ή μέσα από τις ταλαιπωρημένες από το χρόνο ηχογραφήσεις, μπορεί κάποιος νεότερος να πάρει μια γεύση από το συναίσθημα, την ενέργεια των καλλιτεχνών της εποχής εκείνης. Εικόνες μαύρες και άσπρες, θολές, που καταφέρνουν όμως μέχρι τα σήμερα, να ζωγραφίζουν με όλα τα χρώματα της γης τόσο τις ζωές μας, όσο και το σκούρο σκηνικό της ελληνικής δισκογραφίας.
Είναι σαφές, πως ο τραγουδιστής ακόμη και αν δεν ήταν συνάμα και στιχουργός, κατέθετε πρώτα την ψυχή του και δεύτερη στη σειρά περίμενε η φωνή, σε μια προσπάθεια να αποτυπώσει ακόμη πιο γλαφυρά το συναίσθημα. Στις περιπτώσεις όπου δεν μιλάμε για τραγουδοποιούς – ερμηνευτές λοιπόν, υπήρχε μια αστείρευτη δεξαμενή ανθρώπων που πλούτισαν το ελληνικό τραγούδι. Επίσης, η ποίηση ενέπνευσε δεκάδες δημιουργούς. Αθάνατα και αχώριστα δίδυμα, συνεργασίες που κρατούσαν για μια ζωή, καθώς η σύγκλιση σε επίπεδο φιλοσοφίας και ιδεολογίας ήταν τουλάχιστον απαραίτητη.
Πλέον, ο υποψήφιος τραγουδιστής ελέγχεται για την εξωτερική εμφάνιση ενώ στην καλύτερη περίπτωση εξετάζεται η ποιότητα των φωνητικών χορδών. Έχουμε έναν πεντακάθαρο διαχωρισμό του τότε με τα σήμερα. Πετύχαμε να αποσπάσουμε πλήρως την πνευματικότητα από το τραγούδι και το εντάξαμε ολοκληρωτικά στο εμπορικό παζάρι. Είναι η ίδια ακριβώς λογική που θέλει τις σχολές σεναρίου να σου μαθαίνουν να γράφεις ή την έκθεση στο σχολείο που απαιτεί λυσάρι και μεθοδολογία για να γράψεις. Αν βάλεις στην άκρη την ψυχή και προτάξεις την τεχνική θα δημιουργήσεις σίγουρα ένα πετυχημένο ριάλιτι ταλέντων, απογυμνωμένο από κάθε άλλο βαθύτερο προβληματισμό.
Κάποτε οι γονείς μας ερωτευόντουσαν την φωνή, εμπνέονταν από τον στίχο. Πολύ αργότερα ήρθε η τηλεοπτική εικόνα να καταστρέψει τα τελευταία κύτταρα φαντασίας. Πλέον υπάρχει ο τραγουδιστής, ο στιχουργός, ο παραγωγός, ο μάνατζερ, ο image maker, ο φωτογράφος, ο διαφημιστής και ο χορηγός. Αν αντικαταστήσεις και τη λέξη δημιουργός με τη λέξη παραγωγός, είσαι σαφής. Προϊόντα προς γρήγορη και ταχύτατη κατανάλωση. Κυριολεκτικά θα φαγωθούν και στη συνέχεια θα εξαφανιστούν από τα μυαλά και τα αυτιά του αγοραστικού κοινού μέσα σε λίγες εβδομάδες. Όχι μόνο επειδή δεν μπορούν να σταθούν όρθια, παρά μόνο με δεκανίκια, αλλά ακριβώς επειδή θα πρέπει συνεχώς να βγει νέο εμπόρευμα στη πιάτσα προς πώληση. Πώς θα φάνε εξάλλου όλοι αυτοί οι παρατρεχάμενοι του χώρου;
Εξάλλου, δεν είναι τυχαίο πως και η περιθωριοποίηση του στίχου εξυπηρετεί αυτό το σκοπό. Το μπιτ σε πρώτο πλάνο όταν μιλάμε για «ποπ», το άτυχο μπουζούκι όταν μιλάμε για τα «ελαφρόλαικά». Το μπουζούκι, που πλέον γεννιέται και πεθαίνει μόνο μέσα από τα ηχεία των ηλεκτρονικών συνθεσάιζερ. Αλλοιώθηκε το κατεξοχήν λαϊκό όργανο, όπως αλλοιώθηκε και η ίδια η έννοια του όρου «λαϊκό». Στη συνέχεια γίνεται και πρόσθεση λίγων στίχων – για τους τύπους – έως ότου φτάσουμε στο ρεφρέν που θα πρέπει να «απογειώσει». Πάνε τα χρόνια όπου τα τραγούδια είχαν τόσα να πουν, που δεν χώραγαν μέσα τους την επανάληψη των κουπλέ.
Όσο για την κρίση, την πειρατεία, την πτωτική πορεία των πολυεθνικών δισκογραφικών εταιριών, οι ειδήσεις μάλλον έρχονται ως χαρμόσυνο μήνυμα. Τουλάχιστον ως προς τη ποιότητα αυτών που ακούμε. Όπως και η ανάπτυξη του διαδικτύου που επέτρεψε την εύκολη ανταλλαγή της μουσικής μεταξύ χρηστών, σε παγκόσμια κλίμακα. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με όλα τα προηγούμενα, πιθανά να λειτουργήσει ευεργετικά, χτυπώντας στη ρίζα αυτό το διεφθαρμένο σύστημα που διέλυσε συθέμελα το ρόλο της μουσικής στη ζωή μας. Ίσως αν επιστρέψει το μεράκι και ο σεβασμός στη δημιουργία, ίσως τότε να επιστρέψει και το κοινό που γυρίσε τη πλάτη στο «φτηνό» που του προσφέρουν. Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι οι ποιοτικές παραγωγές ποτέ δεν επηρεάστηκαν σοβαρά από οποιαδήποτε αρνητική συνθήκη.
Σε μια εποχή, όπου θα έπρεπε τα στάδια να γεμίζουν ασφυκτικά, τώρα που θα 'θελα στα γήπεδα η «ελλάδα ν' αναστενάζει», τώρα τα CD μπαίνουν τσόντα στα περιοδικά. Μπας και βρεθεί να τα ακούσει κανείς. Ξεπούλημα σε όλα τα επίπεδα, από όλους και από όλα. Δεν είναι μόνο οι τραγουδιστές, είναι και οι φυλλάδες που τα κουβαλάνε, είναι και αυτοί που τα διαφημίζουν, εκείνοι που τα σκέφτονται, αλλά και αυτοί που τα αγοράζουν. Όλη η Ελλάδα «ατέλειωτη παράγκα» - φαύλος κύκλος που με κάνει να αναρωτιέμαι αν τελικά η ευημερία έρχεται να αλλοιώσει και να αποκοιμίσει την πνευματική δραστηριότητα. Ίσως πάλι δεν είναι ακριβώς έτσι. Ίσως την επόμενη φορά που τα τσιμέντα θα λυγίσουν, να ακούσουμε λίγο πιο προσεκτικά αυτά που έχουν να μας πουν οι στίχοι, ώστε να μην απογοητεύσουμε και απογοητευτούμε πάλι· ίσως...