Γράφει ο Κώστας Μερκουράκης
Τα δημοσκοπικά ευρήματα για το κόμμα του ΛΑΟΣ είναι κάτι παραπάνω από «απογοητευτικά», γεγονός που προκαλεί ανησυχία και εκνευρισμό στα «λαοπρόβλητα» στελέχη και στους υπουργούς του.
Από τη μέρα που αποφάσισαν ο Γ. Καρατζαφέρης και οι συν αυτώ να συμμετάσχουν σε αυτήν την ιδιότυπη συγκυβέρνηση η κατρακύλα δεν έχει τελειωμό. Κάτι αναμενόμενο φυσικά, αφού όποιος ήλπιζε πως υπήρχε περίπτωση να υπάρξει αντιστροφή πορείας με τα υφεσιακά μέτρα, πλανεύτηκε.
Το ζήτημα όμως δεν εντοπίζεται εκεί. Το ζήτημα είναι γιατί επέλεξε να μπει σε αυτή τη συμμαχία, αλλά κυρίως γιατί δε φεύγει.
Γιατί όπως και να το κάνουμε, αυτές οι μέρες ήταν οι πλέον κατάλληλες για να αποχωρήσει το ΛΑΟΣ και να αποκτήσει το δικαίωμα να ελπίζει σε καλύτερες μέρες. Να ελπίζει πως τα ποσοστά θα πάρουν την ανιούσα μετά από πολύ - πολύ καιρό.
Το γιατί δεν το έπραξε, όμως, αποτελεί αντικείμενο ερμηνείας.
Φυσικά είναι ανεδαφικό να πιστεύει κανείς ότι συμμετείχε στην «επιχείρηση διάσωσης» για να σώσει την Ελλάδα. Πιθανότατα μπήκε με συγκεκριμένες εγγυήσεις και με την ελπίδα ότι θα τα καταφέρει να μπει στο κάδρο της επόμενης μέρας, αν διασωθεί τελικά. Λάθος εκτίμηση – υπάρχουν αυτά όταν πραγματοποιείς επικίνδυνους πολιτικούς ελιγμούς.
Τώρα όμως γιατί δε φεύγει; Κάθε λίγο μας απειλεί πως είναι θέμα χρόνου να αποχωρήσει, μα τελικά δεν το κάνει. Κάθε λίγο ξεδιπλώνει το προσωπικό του «δράμα», από το προσωπικό του κανάλι και μας εξηγεί πως έχει χάσει τον ύπνο του. Τι τον εμποδίζει να... κοιμηθεί;
Μάλλον ο Γ. Καρατζαφέρης αναγκάζεται να παραμείνει. Μάλλον τον συγκρατεί το ίδιο το σύστημα εξουσίας που τον ανέδειξε. Το σύστημα που του επέτρεψε να έχει λόγο και ρόλο στο κεντρικό πολιτικό σκηνικό. Που τον «ντάντεψε» στη ζεστή αγκαλιά της ανοχής επί σχεδόν μια δεκαετία.
Γιατί λοιπόν τον ενόχλησε τόσο πολύ το «κονφερανσιέ» που του απέδωσε ο Τσίπρας – χαρακτηρισμός που είχε πρώτα χρησιμοποιήσει «το Ποντίκι» πριν από πολλά χρόνια με την εκτίμηση πως: «ο κόσμος του θεάματος έχασε έναν πολλά υποσχόμενο αστέρα, ωστόσο η πολιτική απέκτησε έναν αυθεντικό κονφερανσιέ».
Γιατί ενοχλήθηκε ο «κυνηγός της ατάκας» από την ακριβέστατη περιγραφή; Γιατί ανταπάντησε με συκοφαντίες και ψέματα;
Ίσως επειδή βλέπει τις διαρροές τόσο από τα δεξιά, όσο κι από τα αριστερά του κι αποφάσισε να επαναπροσδιορίσει τον ζωτικό πολιτικό του χώρο, επενδύοντας στην πόλωση.
Ίσως επειδή αντιλαμβάνεται πως όσο περνάει ο καιρός τόσο πιο πολύ θα φουντώνει η δυσαρέσκεια στο εσωτερικό, αλλά και στην περιφέρεια του.
Ίσως επειδή νιώθει εγκλωβισμένος. Σε ένα παιχνίδι που ο ίδιος επέλεξε να παίξει...
Δημοσιεύτηκε στο Ποντίκι